Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

ΚΑΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΘΑ ΔΕΙΣ



Για τους φτωχούς ανθρώπους

Αυτός είναι ο τίτλος μιας από τις ιστορίες, που περιέχονται στο βιβλίο του Χρήστου Οικονόμου 
"Κάτι θα γίνει, θα δεις" εκδόσεων "ΠΟΛΙΣ".
Όπως αναγράφεται στο οπισθόφυλλο το βιβλίο περιέχει:

Δεκάξι  ιστορίες   από τα Καμίνια, τη  Νίκαια, τη  Δραπετσώνα.
Από το   ντόκο των Κρητικών, από το ουζερί "Υπάρχω", από το
φουγάρο  της  ΔΕΗ  στο  Κερατσίνι. Ιστορίες για τράπεζες  που  
παίρνουν  σπίτια, για  σπίτια  που παίρνουν  φωτιά, για  όνειρα
που γίνονται στάχτη. Για το σκοτάδι που ζει στη διπλανή πόρτα.
Κάτι θα γίνει  όμως, θα δεις. Γιατί εκεί όπου μεγαλώνει ο φόβος
μεγαλώνει κι εκείνο που σώζει από το φόβο.  

Η ιστορία αυτή απετέλεσε το "ερέθισμα" γι' αυτήν την ανάρτηση.
Δεν χρειάζεται, νομίζω, κανένας πρόλογος, καμία επεξήγηση, κανένας σχολιασμός, καμία κρίση, καμία επισήμανση και καμία υποσημείωση. 
Απλά θα αντιγράψω αποσπάσματα από τη συγκεκριμένη ιστορία και πιστεύω ότι θα μπορέσετε να αντιληφθείτε με το νου και την καρδιά όσα ο συγγραφέας θέλει να πει.

..................... Να σε διώχνουν απ' τη δουλειά είναι κάτι σαν κάταγμα.
    Τ' απόγευμα που μας έδιωξαν απ΄τη δουλειά κατέβηκα στο λιμάνι. Με τα πόδια απ΄ τον Κορυδαλλό σαν κυνηγημένος Χαλκηδόνα Μανιάτικα Θερμοπυλών κι ύστερα καρφί στον Άγιο Διονύση στην αποβάθρα των κρητικών. Σαν κυνηγημένος πήγαινα γιατί ήταν η μέρα δεν ξέρω τρομαχτική Ιούλιος μήνας απομεσήμερο μαύριζε ο τόπος απ΄τη ζέστη. .........
Προχώραγα μπροστά με δυσκολία σαν κάτι να 'χε σπάσει μέσα μου κι είχε σκαλώσει μέσα μου εκείνη η κουβέντα του Άρη εκείνο που ΄χε πει ο Άρης την ώρα που άδειαζε το ντουλάπι του και δίπλωνε τη φόρμα του και τα γάντια του και τη χοντρή τη χακί ζώνη κι όλα τα παλιόρουχα που φορούσε τα δίπλωσε όλα αργά και προσεχτικά σαν να μην ήταν ρούχα της δουλειάς βρώμικα τρύπια μουτζουρωμένα αλλά τα ρούχα κάποιου που πέθανε ξαφνικά και τ΄άφησε όλα πίσω του και κάποιος ζωντανός έπρεπε να τα μαζέψει κάποιος πρέπει πάντα να μαζεύει τα πράγματα των πεθαμένων γιατί τα πράγματα που αφήνουν πίσω τους οι πεθαμένοι είναι ο τελευταίος κάβος και κάποιος ζωντανός πρέπει πάντα να τον λύνει αυτόν τον τελευταίο κάβο γιατί κανείς άνθρωπος δεν είναι νησί σωστά όλοι καράβια είμαστε. 
Εκείνη η κουβέντα του Άρη.
Να σε διώχνουν απ΄τη δουλειά είναι σαν κάταγμα.




   Είχα ένα μέρος εκεί στο λιμάνι. Ένα μέρος δικό μου, σα δεύτερο σπίτι, ένα παγκάκι ξύλινο ξεστελιωμένο δίπλα από κει που άραζαν οι νταλίκες για την Κρήτη. Εκεί άραζα κι εγώ τ΄απογεύματα, χειμώνα καλοκαίρι, με τις ώρες, και κοίταζα τα καράβια που μπαινόβγαιναν στο λιμάνι και τους ανθρώπους και τ' αυτοκίνητα και τις νταλίκες που μπαινόβγαιναν στα καράβια.





 Άμα είχα τίποτα να πιώ  έπινα και τραγουδούσα, πάντα το ίδιο τραγούδι, πάντα το Sittin' on the dock of the bay - ό,τι πρέπει ο Otis,   ό,τι πρέπει για όποιον περνάει τις νύχτες στο λιμάνι, στην αποβάθρα, εκεί που η θάλασσα γίνεται ένα με τη στεριά, εκεί που τα πράγματα είναι μαζί και χώρια, και οι άνθρωποι μια σμίγουν και μια χωρίζουν, όπως η άμμος με τα κύματα, πότε ατάραχοι και μ΄αδιαφορία πότε με φοβερή βουή και πάθος.
.........................

    Και το ντύσιμό της, ούτε αυτό ήταν νορμάλ. Ιούλιος μήνας κι αυτή φορούσε παλτό, μαύρο παντελόνι, μπότες. Στάθηκα παράμερα και την κοίταξα, την έφαγα με τα μάτια. Τυλιγμένη μεσ' το παλτό, τα χέρια στις τσέπες, καθόταν σταυροπόδι κι αγνάντευε με μάτια μισόκλειστα τη θάλασσα....
.........................


   Να σε διώχνουν απ' τη δουλειά είναι κάτι σαν κάταγμα. Στην αρχή δεν νιώθεις τίποτα, είπε ο Άρης, είναι το σπάσιμο ακόμα ζεστό και δεν πονάει. Ο πόνος και ο φόβος έρχονται αργότερα όταν κρυώσει το τραύμα. Όταν θυμηθείς το νοίκι τους λογαριασμούς και τις αγγελίες στις εφημερίδες. Τα πρωινά τηλέφωνα, τις σκληρές φωνές.... Ο Άρης που μας πέταξαν μαζί στο δρόμο σαν αποτσίγαρα χωρίς πώς και γιατί, μ΄ ένα τηλεφώνημα. Ο Άρης μου είπε πως δεν ήξερε τι θα ΄κανε απόψε - μπορεί να κρεμαστώ με τη ζώνη, μου είπε, ή να κατέβω στο Φάληρο να φουντάρω. Θα δούμε. Δεν το ΄χω αποφασίσει ακόμα. Αναλόγως τη διάθεση. Άμα είχα κάνα κουμπούρι όμως θα ΄ταν πιο εύκολα τα πράγματα. Μπαμ και κάτω. Σίγουρα. Το ΄χε πάρει κατάκαρδα ο φουκαράς παρότι το ξέραμε κι οι δυο το ξέραμε από καιρό πως ερχόταν η σειρά μας. Θέμα χρόνου που λένε.......

-..........................

   Όταν έλυσε κάβους το καράβι, όταν άδειασε η αποβάθρα απ΄τους γλαρόμπατσους από τ΄αμάξια και τους ταξιδιώτες, όταν τα κύματα έπαψαν να κτυπούν τα χοντρά λάστιχα στο πλάι της αποβάθρας, η κυρία με το παλτουδάκι σηκώθηκε από το παγκάκι μου και πήγε στην άκρη της αποβάθρας και κάθισε σε μία μπίντα. Κάθισε με τα χέρια στις τσέπες και κοίταξε το καράβι που χανότανε στα δεξιά μας. Άσπρη στο πρόσωπο, δεν την είχε  πιάσει καθόλου ο ήλιος.  Κάθισε εκεί μέχρι που χάθηκαν το καράβι και ο καπνός από το φουγάρο του καραβιού και οι μακριές αφρισμένες ρυτίδες που αφήνουν πίσω τους τα καράβια όταν φεύγουν. Ύστερα γονάτισε μπροστά στην μπίντα κι έβγαλε από τις τσέπες της δύο σπρέι και τα κούνησε με δύναμη κι άρχισε να βάφει το μαύρο σίδερο της μπίντας......
........................... 

Περίμενα. Περίμενα να περάσει λίγη ώρα να μην καρφωθώ. Κι ύστερα σηκώθηκα και περπάτησα προς τη μεριά της μπίντας με το πάσο μου, αδιάφορα δήθεν, κοιτώντας τη θάλασσα με τα χέρια αντήλιο, δήθεν πως περίμενα το καράβι που θα με πήγαινε εκεί που θα ήθελα ή το καράβι που θα 'φερνε κοντά μου κάποιον που ήθελα. Είπα πως θα ΄χε φτιάξει κάτι σπουδαίο πάνω στην μπίντα μα το μόνο που είδα φτάνοντας κοντά ήταν κάτι σαν παιδική ζωγραφιά. Ένα γελαστό κίτρινο πρόσωπο με μαύρα μάτια και πολύ κόκκινα χείλια. Δεν ήταν κανένα έργο τέχνης που λένε αλλά εγώ έμεινα να το κοιτάω - κι απορούσα. Τι ήταν αυτό, τι σήμαινε; Τι σήμαινε να ζωγραφίζεις ένα κίτρινο ανθρωπάκι - ούτε άντρας ήταν ούτε γυναίκα - με πελώριο κόκκινο χαμόγελο πάνω σε μια μπίντα. .....

.............................

   Νύχτωνε. Ένα καράβι μπήκε στο λιμάνι κι έκανε τη μανούβρα και ήρθε κι έδεσε με την πρύμνη στην αποβάθρα. Ήταν άδειο, ούτε άνθρωποι ούτε αυτοκίνητα. Όταν έπεσε ο καταπέλτης βγήκε από μέσα ένας ναύτης κι έπιασε τον κάβο και τον τράβηξε κοντά στη ζωγραφισμένη μπίντα. Κοκάλωσε για μια στιγμή, έσκυψε, κοίταξε το γελαστό κίτρινο πρόσωπο πάνω στην μπίντα, γέλασε, κούνησε το κεφάλι και μετά γέλασε ξανά και κοίταξε γύρω αλλά δεν είδε τίποτα και μετά πέρασε τον κάβο στην μπίντα και πήγε στη δουλειά του. ....

..............................


   Φυσούσε δυνατά τώρα. Καυτός αέρας λίβας, κόλλαγε πάνω σου σαν παλιά αμαρτία. Είδα την γυναίκα να σηκώνεται από το παγκάκι και να πηγαίνει κοντά στην μπίντα. Γονάτισε κι έβγαλε τα σπρέι από την τσέπη της -ή μπορεί να έβγαλε μόνο το ένα σπρέι, δεν ξέρω, δεν έβλεπα καθαρά. Κάτι έκανε στην μπίντα και μετά σηκώθηκε και στάθηκε ακίνητη και κοίταξε για λίγο τη σκοτεινή θάλασσα κι έβαλε τα χέρια στις τσέπες και τυλίχτηκε στο παλτό της κι έφυγε τρέχοντας σχεδόν με το κεφάλι κάτω. Βγήκε απ΄την πύλη, πέρασε το δρόμο, χάθηκε. 

 Όταν πήγα κοντά στην μπίντα είδα πως είχε αλλάξει κάτι στο ζωγραφισμένο πρόσωπο. Το χαμόγελο. Δεν υπήρχε πια χαμόγελο, το είχε σβήσει. Είχε σβήσει τα κόκκινα γελαστά χείλια και στη θέση τους είχε φτιάξει μια μαύρη γραμμή που στράβωνε προς τα κάτω, μια μαύρη χοντρή γραμμή μια πληγή ένα τραύμα. Είχε σβήσει το χαμόγελο από το γελαστό πρόσωπο και τώρα το γελαστό πρόσωπο ήταν λυπημένο και τρομαγμένο  Στην αρχή δεν κατάλαβα. Γιατί το είχε κάνει; Ήταν μια παρηγοριά αυτό το γελαστό πρόσωπο. Να κάθεσαι τη νύχτα μόνος στο λιμάνι και να κοιτάς ένα γελαστό πρόσωπο πάνω σε μια μπίντα ήταν μια παρηγοριά σίγουρα - γιατί να το χαλάσει; Αλλά μετά, όταν κάθισα στο παγκάκι, κοίταξα ξανά την μπίντα και τότ είδα. Είδα τον κάβο τυλιγμένο στον λαιμό της ζωγραφιάς, είδα τον κάβο να σφίγγει σαν θηλιά τον λαιμό του ψεύτικου ανθρώπου και να τον πνίγει......

.................................

   Νύχτωσε. Πέρα στο βάθος, έξω απ' το λιμάνι, τα φώτα των καραβιών που ήταν αρόδο τρεμοσβήνανε σε μακριές ακανόνιστες γραμμές σαν χάντρες από σπασμένο κολιέ που σκόρπισαν στο σκοτάδι. .......

...................................

   Κι ύστερα σηκώθηκα και πήγα στην άκρη της αποβάθρας μπροστά στην μπίντα και άγγιξα το σίδερο της μπίντας και το λυπημένο πρόσωπο που ήταν ζωγραφισμένο πάνω της. Ήταν άγριο στο άγγιγμα, άγριο και ζεστό. Στάθηκα όρθιος κι έπιασα με τα δύο χέρια το χοντρό νοτισμένο σχοινί. Έπιασα τη θηλιά που έσφιγγε τον λαιμό της ζωγραφιάς. Την έπιασα με τα δυο μου χέρια, την έπιασα γερά με δύναμη και προσπάθησα να τη βγάλω από την μπίντα.
   Πάλευα με το σκοινί και τραγουδούσα το ίδιο τραγούδι Sittin' on the dock of the bay, κάθε νύχτα το ίδιο τραγούδι, και είπα πως εκείνη τη νύχτα, απόψε, μπορεί να κατάφερνα να πιάσω σωστά έστω για μια φορά, για μια και μοναδική φορά, το σφύριγμα του Otis. Δεν ήταν εύκολο αλλά έβαλα τα δυνατά μου. Να λασκάρω τη θηλιά. Να λασκάρω τη θηλιά να βγάλω τον κάβο από την μπίντα να πάρει  μιαν ανάσα κι εκείνος ο άνθρωπος ο ψεύτικος ο ζωγραφισμένος. Άντρας, γυναίκα τι σημασία είχε.
   Πάλεψα να βγάλω τη θηλιά απ' την μπίντα, έβαλα όση δύναμη είχα, είπα πως έπρεπε να τα καταφέρω. Είπα πως έπρεπε να 'ταν κι ο Άρης εδώ απόψε για να δει και να μου πει αν ήταν καλό αυτό, αν ήταν φάρμακο κι αυτό, να βγάζεις κάβους απ' τις μπίντες να λύνεις θηλιές από λαιμούς να λευτερώνεις ψεύτικους ανθρώπους. Να μου πει αν ήταν ένα φάρμακο κι αυτό γι' ανθρώπους σαν εμάς, για τους φτωχούς ανθρώπους.
Η θηλιά ήταν άβολη και το σκοινί γλιστρούσε, μου 'γδερνε τα χέρια τα μάτωνε.
Αλλά δεν το έβαλα κάτω, έβαλα τα δυνατά μου, τράβηξα τον κάβο μ' όση δύναμη είχα.
Σε παρακαλώ είπα. Βοήθα με σε παρακαλώ.
Πάλεψα να βγάλω τη θηλιά. Έβαλα όση δύναμη είχα.
Ήταν Ιούλιος. Ξημέρωνε Σάββατο. Η θάλασσα ανάσαινε με μικρά κοφτά κύματα.





Το βιβλίο του Χρήστου Οικονόμου "Κάτι θα γίνει, θα δεις" 
βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος 2011.

Σχετικά για το συγγραφέα και το έργο του μπορείτε να διαβάσετε στα:


http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=665850

Τα αποσπάσματα από το βιβλίο αναρτήθηκαν με τη συγκατάθεση του συγγραφέα.
 

2 σχόλια:

  1. teleio.....einai ena ap ta pio wraia vivlia exw diavasei omws pistevw oti to komati pou prospathouse na vrei lefta gia na kanei pasxa to paidi tou itan to pio siginitiko......

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. είναι φρίκη, αλλά τουλάχιστον μάθαμε την λέξη μπίντα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Γράψε το σχόλιό σου. Θα βοηθήσει εμένα και τους φίλους να "ερεθιστούμε"....